Άκουγες κάτι σε Φανούλα,Φιόνα
Στο σπίτι πάνω από το ρέμα
Πνιγμένο στ’ αγριόχορτα
Απόμερα
Εξ αποστάσεως απόνερα
Μισόλογα…..λερώνει
Καμία ένταση ή πάθος
Νιάξιμο ή ενδιαφέρον
Κάποτε φύγαν για Αθήνα
Και ούτε λέξη.
Άκουγες κάτι σε Φανούλα,Φιόνα
Στο σπίτι πάνω από το ρέμα
Πνιγμένο στ’ αγριόχορτα
Απόμερα
Εξ αποστάσεως απόνερα
Μισόλογα…..λερώνει
Καμία ένταση ή πάθος
Νιάξιμο ή ενδιαφέρον
Κάποτε φύγαν για Αθήνα
Και ούτε λέξη.
Τί είχαν εκείνες οι γυναίκες
Τις λάτρεψαν,
Τραγούδια γράψαν
Τις ξάπλωσαν στην αμμουδιά
Πήγαν βαρκάδα
Τον εφιλεύαν αμβροσία
Μαζί πηγαίναν θέατρο
Βόλτα στα δάση,στα βουνά
Για κείνον όλη η αγκαλιά..
Σώμα χημεία
Είκοσι χρόνια τώρα
Τόνους τα χάπια.
Ονειρευόμουνα μαζί με σας
Να τρέχω πάνω στα βουνά
Να κολυμπάω στο γρασίδι
Να πάμε κάποτε να δείτε
Πώς ζουν οι Γύφτοι
Στο τσαντίρι..
Σαράντα μέρες έβρεχε
Δεν έπαψε στιγμή
Σαράντα μέρες έβρεχε
-Ο Ήλιος να μην έβγει..
Ήτανε στάλες σιγανές
Ήτανε δάκρυα
Μούσκεμα στοίβες χαρτομάντηλα.
Πόσο της πάνε της βροχής
Τα δάκρυα της αγάπης
Πόσο της πρέπει της σιωπής
Ο΄ήχος της βροχής…
No block selected.Open publish panel
Επιλέξτε ένα ποσό
Or enter a custom amount
Your contribution is appreciated.
Your contribution is appreciated.
Your contribution is appreciated.
DonateDonate monthlyDonate yearlyΠώς της πηγαίναν της βροχής
Τα δάκρυα της αγάπης
Πόσο της πρέπει της σιωπής
Ο΄ήχος της βροχής…
Πρώτο ταξίδι εκτός,
Μέχρι τη Σόφια…
Νιώθω πλουταίνω
Σταθμός των τραίνων
Κτίσμα απέριττο
Παλιού καιρού,
Η ώχρα μνήμη
Και Προμαχών
Κούλα και Βουλγαρία
Κάποια κυρία
Βρέχει!
Χαρά,καταλαβαίνω!
Οι πρώτες στάλες ανακούφιση
Η βλάστηση πυκνώνει..
Από την πόλη έρχομαι
Η Σόφια πόλη με μπαξέ
Από την πόλη έρχομαι
Γεντί Κουλέ με ρετιρέ
Από την πόλη έρχομαι
-Μα στην κορφή πώς έφτασε;
Κι έρχεται η στιγμή και γράφει το χαρτί
Καλύτερα μην οδηγείς,
Δεν είναι της παρούσης.
Κι ύστερα λες
Να κολυμπάς; μην κολυμπάς..
-Κάτι ζητάς, τι να ζητάς,
Παρακαλάς
Ακόμα κάπως περπατάς,
Πονάς….
Και πού να πας;
Υπάρχουν άνθρωποι ανάπηροι
Δεν βγαίνουν απ’το σπίτι χρόνια,
Ολόκληρη ζωή.
Είναι και άλλοι δεν μπορούν
Ούτε μια μέρα μέσα
Ούτε ένα βράδυ μόνοι
-Μα τι να κάνεις σπίτι,
Περνούν οι ώρες;
Έχει πρηστεί το πόδι μου και έφτασε στα δάχτυλα.Πώς να ζητήσω ο,τιδήποτε.Με έχουν βαρεθεί.Έχει ο καθένας τα δικά του και μάλιστα μέρες πού ‘ρθαν.
Όσο για το πώς συμπεριφέρεται ο καθένας στο θέμα ιού και περιορισμού,μεγάλη είναι η απόκλιση,άλλοι φοβούνται και ζητούν να ενταθούν τα μέτρα , άλλοι διαμαρτύρονται και απαιτούν χαλάρωση
Εδώ ειν’ ο Παράδεισος,
Των δέντρων τα φυλλώματα
Πράσινα,ασημοπράσινα,
Οργιάζουν
Κλήματα πάνω τους λικνίζονται
Και κάτι καμπανούλες
Κανένας δεν τις σπέρνει
Φυτρώνουν όπου να ‘ναι
Στην τύχη τώρα βρέθηκαν
Ανάμεσα στις φραουλιές
Και μωβ και φούξια και λιλά
Σκαρφάλωσαν στην πέργκολα
Μαζί με τ’ αυγουστιάτικα
Σταφύλια τα μοσχάτα…